Νεομεσαίωνας: Όρκοι, ενδυματολογικές επιλογές και “επανάσταση
>> Γράφει ο Φραγκούλης Π. Κυλαδίτης
Μπορεί να άλλαξε η κυβέρνηση, μπορεί να προέκυψαν νέα πολιτικά δεδομένα ή κατ’ άλλους να έμειναν τα ίδια, όμως ο Nεομεσαίωνας διατηρήθηκε επιμελώς αλώβητος και άφθαρτος μέσα στην τετριμμένη καθημερινότητά μας. Η κοινωνία συνεχίζει να παραπαίει ανάμεσα σε δύο πόλους: Αφενός μεν τα φτιασίδια συνειδησιακής συσκότισης (γραβάτες, πουκάμισα, αρμόζοντα σύνολα ένδυσης, θρησκευτικοί όρκοι, στάση σώματος και αφετέρου η ψευτοεπανάσταση των κατ’ ευφημισμόν “ριζοσπαστών” πολιτικών ενάντια σ’ αυτά.
Εντύπωση προκάλεσε η στάση των θιασωτών της συντήρησης και του καθωσπρεπισμού στη χώρα μας, κριτικάροντας τα πολιτικά πρόσωπα, που απέρριψαν την ενδυματολογική επιλογή της γραβάτας ή του κοστουμιού κατά την προσέλευσή τους στη Βουλή ή σε άλλες δημόσιες παρουσίες τους. Είναι γεγονός ότι «τα ρούχα δεν κάνουν τον παπά». Αν αναλογιστούμε από πού ξεκίνησε η γραβάτα και πού κατέληξε, θα καταλάβουμε ότι εκτός από μια μόδα που λανσαρίστηκε το 17ο αιώνα στην Ευρώπη από τους μισθοφόρους Κροάτες (Hrvat → Κροάτες, εξ ου και γραβάτα), οι οποίοι φορούσαν είδος γραβάτας προκειμένου να κινήσουν την προσοχή και να εντυπωσιάσουν, τίποτε περισσότερο δεν προσέφερε πέραν μιας καθαρά αισθητικής άποψης.
Η γραβάτα και το κοστούμι, παρόλο που θεωρήθηκαν και θεωρούνται μέχρι σήμερα σύμβολα κομψότητας και ισχύος, επικοινωνιακά εργαλεία, εργαλεία μεταβίβασης αξιών και αρετών, σύμβολα πειθαρχίας, μέτρου και πολυπολιτισμικότητας, δεν συνέβαλαν ούτε στην κοινωνική βελτίωση ούτε στην επίτευξη των ανθρωπιστικών στόχων οποιασδήποτε πολιτικής. Ο στοχαστής, επαναστάτης και ακτιβιστής Γκάντι -χωρίς γραβάτα και κοστούμι- είχε πει: «Ένας άνθρωπος είναι το σύνολο των πράξεών του. Τι έχει κάνει, τι μπορεί να κάνει. Τίποτε άλλο!». Η αξία λοιπόν του κάθε ανθρώπου δεν είναι συνάρτηση των ενδυματολογικών του επιλογών, αλλά της ίδιας του της ζωής και των πράξεών του.
Είδαμε γραβατωμένους και καλοντυμένους “κυρίους” που εξαθλίωσαν λαούς, που πάτησαν επί πτωμάτων, που επέβαλαν δικτατορίες και βασανιστήρια σε αθώα θύματα, εμπόρους όπλων, φονιάδες του επεκτατισμού, δουλέμπορους, προαγωγούς, στρατοκράτες που βομβάρδισαν με εντολή τους νοσοκομεία και σχολειά. Ποιες άραγε να ήταν οι αξίες και οι αρετές που μεταβίβασαν στην ανθρωπότητα μέσα από το μαύρο τους κοστούμι και την καλοδεμένη τους γραβάτα;
Ούτε βέβαια η στάση και οι κινήσεις του σώματος μπορεί να αποτελέσουν παράγοντα εξαγωγής ασφαλών συμπερασμάτων για τη συμπεριφορά ή τις προθέσεις ενός ανθρώπου. Διακινδυνεύουμε να χαρακτηρίσουμε κάποιον ότι έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση, ότι έχει έλλειψη εμπιστοσύνης, ανασφάλεια, άστατη συμπεριφορά, απογοήτευση, αισθήματα κατωτερότητας; Διακινδυνεύουμε να μηδενίσουμε ένα δημόσιο πρόσωπο επειδή παραβλέπει τους κανόνες ευγενικής συμπεριφοράς (savoir-vivre!!) της καθεστηκυίας τάξης; Και ποιος είναι ο “ευγενής” που δημιούργησε ετούτους τους κανόνες, όταν λαοί ολόκληροι μάτωναν, πεινούσαν και δυστυχούσαν;
Οι θρησκόληπτοι θεώρησαν “κατάντια” και “αθεϊσμό” την αντικατάσταση του θρησκευτικού όρκου των βουλευτών με τον πολιτικό. Ο όρκος ήταν θεσπισμένος από την αρχαιότητα ως πράξη με την οποία αυτός που ορκίζεται, βάζει ένα φραγμό, δεσμευόμενος να πράξει όσα υποσχέθηκε ενώπιον θεού ή θεών. Η καταπάτηση του όρκου έδειχνε ασέβεια προς τη δύναμη στην οποία ορκιζόταν. Με την εξέλιξη του πολιτισμού συνειδητοποιήθηκε ότι μόνο ο έντιμος άνθρωπος είναι εκείνος που θα κάνει πράξη το λόγο του και όχι ο ίδιος ο όρκος. «…Δεν είναι οι όρκοι που μας κάνουν να πιστέψουμε κάποιον άνθρωπο, αλλά ο άνθρωπος που μας κάνει να πιστέψουμε τους όρκους» (Αισχύλος). Και ο Χριστιανισμός έδωσε το νόμο του περί όρκου: «ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν μὴ ὀμόσαι ὅλως…» (Ματθ. ε΄, 34). Ο όρκος έχασε τη βαρύτητά του, όχι από τους “άθεους” ή τους “κομουνιστές”, αλλά από τους ίδιους τους υποκριτές και ιδιοτελείς της πολιτικής ζωής που επιορκούν ούτως ή άλλως, βρίσκοντας πλάγιους τρόπους να στηρίξουν τις ανομίες τους, εφαρμόζοντας περισσότερο τη συμβουλή του Νικολό Μακιαβέλι στον “Ηγεμόνα” του: «Σε ένα ηγεμόνα δεν λείπουν ποτέ οι νόμιμοι λόγοι για να παραβεί μια υπόσχεση», παρά εκείνη του Αισχύλου ή του Χριστού.
Κι αφού αναφερθήκαμε εκτενώς στον ένα πόλο του Νεομεσαίωνα, ας δούμε λίγο και τον άλλο πόλο που είναι η “επανάσταση” των “ριζοσπαστών” πολιτικών. Μια “επανάσταση” κατά της γραβάτας, κατά των ενδυματολογικών κανόνων, κατά του όρκου ή της στάσης του σώματος, που θυμίζει τις μάχες του Δον Κιχώτη με τους ανεμόμυλους. Μια επανάσταση “αντισυμβατικών”, που δεν εμποδίστηκαν όμως να δηλώσουν ότι η κυβέρνηση δεν έχει πρόβλημα ούτε με τους εκπροσώπους της “τρόικας των θεσμών”. Μια “επανάσταση” που οι πομφόλυγες υπουργού τους για τον κατώτατο μισθό σταδιακά στα 751 ευρώ μέσα από συλλογικές διαπραγματεύσεις, αντί με νόμο, δεν εμπόδισαν χτες μια εταιρεία τροφίμων να προχωρήσει σε μειώσεις μισθών. Μια “επανάσταση” που έφτασε σε σημείο δια στόματος του υπουργού Οικονομικών να δηλώσει ότι «…το 60% -70% των μέτρων θα τα θέλαμε και εμείς…» Μια “επανάσταση” που άρχισε να γεμίζει πλατείες με γενικόλογα συνθήματα για αξιοπρέπεια την ώρα που νέα δεινά αναμένονται.
Ένα κυνήγι μαγισσών, μια νέα “Ιερά Εξέταση” όλα τούτα και άλλα που κρύβονται κάτω από το πέπλο του φαρισαϊσμού, της συνειδησιακής άλωσης και της προπαγάνδας της εξουσίας που αποπροσανατολίζει το λαό από την ουσία. Μιας προπαγάνδας που κρύβει ότι εκείνο που πάει να αλλάξει είναι μόνο το μίγμα διαχείρισης και όχι τα δεσμά που μας έχουν δέσει οι φύλακες του πλούτου. Οι ασταμάτητοι και επικίνδυνοι κοινωνικοί κλυδωνισμοί δεν επιτρέπουν να υπάρξει σταθερό κέντρο βάρους και οδηγούν απελπισμένα στο μάτι του κυκλώνα, το Nεομεσαίωνα. Μια κατάσταση που δε διαφέρει σε τίποτα από τον ιστορικά υπαρκτό Mεσαίωνα, αφού η υποκρισία και η μισαλλοδοξία, η θρησκοληψία και η αλαζονεία, η βαρβαρότητα, η ιδιοτέλεια και ο σκοταδισμός, παρέμειναν ίδια όπως και τότε.-
- Προσθήκη νέου σχολίου
- 1350 εμφανίσεις