Το φύραμα και η φύρα
>> Του Κ. Α. Ναυπλιώτη
Πιστεύω να θυμούνται πολλοί (τουλάχιστον οι μεγαλύτεροι) πως παλαιότερα δίναμε στις κότες, και ιδιαίτερα στα μικρά πουλάκια φύραμα, που ήταν αλεύρι συνήθως από καλαμπόκι, πίτερα ή σιτάρι αλεσμένο ανακατεμένο είτε με νερό, είτε με λάδια από τα υπόλοιπα των πιάτων του φαγητού.
Ας προσπαθήσουμε μετά από αρκετές δεκαετίες να δούμε την προέλευσή τους, αλλά και τι σημαίνουν.
Το ρ. φύρω σημαίνει ανακατεύω κάτι ξηρό με ουσία υγρή. Για παράδειγμα αλεύρι με νερό για την παρασκευή ψωμιού. Όμως το υγρό μπορεί να είναι και κάτι άλλο εκτός από νερό, όπως διαβάζουμε στον Θουκυδίδη (3,49), αλλά και στον «οικονομικό του Ξενοφώντα» «οίνω και ελαίω πεφυρμένα άλφιτα» (άλφιτα = αλεύρι ανάμεικτο με κριθάρι και σιτάρι). Ακόμα και στον (Πλ. Θεαίτ. 147 C 25) «γη υγρώ φυραθείσα πηλός αν είη» βλ. κεραμίδια, τούβλα κ.α. Επομένως το αλεύρι που αναμειγνύεται με νερό όταν ζυμώνεται και γίνεται ζυμάρι – ψωμί είτε μπισκότα κ.α, όλα αυτά αποτελούν φύραμα. Ακόμα και άλλες ουσίες είτε αλευροποιημένες είτε με διάφορα άλευρα για παρασκευή τροφών για γάτες και σκύλους συντίθενται από φυράματα. Δεν πρέπει να μας διαφεύγει πως και η σκορδαλιά είναι και αυτή φύραμα, την οποία γνώριζαν οι αρχαίοι έλληνες και την έτρωγαν, αλλά με άλλο όνομα, το μυττωτόν το οποίο παρασκεύαζαν από τυρί, σκόρδο και αυγό, «συμπεφυρμένων εις εν φύραμα», όπως και η σημερινή φάβα ελέγετο «μυττωτός ερεβίνθω»(δηλ. από ρεβίθια). Όμως δεν πρέπει να ξεχνάμε πως και η λέξη «φύρα» ανήκει στην ίδια κατηγορία και σημαίνει την ελάττωση του όγκου ή του βάρους από την εξάτμιση ή και την τριβή. Με την ίδια σημασία λέμε και τη λ. φυρός. Για παράδειγμα την πόρτα ή το παράθυρο που συρρικνώθηκε (μάζεψε) λόγω εξάτμισης της υγρασίας στις σανίδες του ξύλου το λέμε «φυρό»… Μεταφορικά* χρησιμοποιούμε τη λέξη για τους ανόητους ότι έχουν «φυρό μυαλό» ή είναι φυρός στο μυαλό ή ζυγίζει απ’ τις λαφριές! Ακόμα στα ν.ε. έχουμε την φυρονεριά η οποία είναι η αρχαία «άμπωτις», δηλ. η υποχώρηση του νερού στην ακτή σε αντίθεση με την «παλίρροια» (πάλιν-ρέω) δηλ. το ξαναφούσκωμα της θάλασσας. Το ρήμα φυραίνω σημαίνει, μειώνεται ο όγκος ή το βάρος μου…επίσης το ρ. συμφύρω ουσιαστικά σημαίνει ζυμώνω μαζί, αναμιγνύω ατάκτως πρβλ. τον εκκλ. ύμνο της Μ. Τετάρτης Πόρνη προσήλθε σοι…..και βορβόρω** συμφύρεται.
Προς το παρόν θα σταματήσουμε στη σύμφυρση (σύμφυρσις) και τον συμφυρμό ως άτακτη ανάμιξη ανακάτωμα διαφόρων – ετεροκλήτων πραγμάτων.
Όμως σε άλλη ευκαιρία θα αναφερθούμε στις λέξεις που δηλώνουν ανακάτεμα υγρών με υγρά, και στερεών με άλλα στερεά.
*Ας μου επιτραπεί να αναφερθώ σε μία παλαιά αντίθεση για ένα θέμα μεταξύ εμού και ενός διαφωνούντος ο οποίος προκειμένου να δικαιολογήσει αλλά και να κατατάξει τις αντιλήψεις μου για το θέμα της διαφωνίας μας, έκλεισε τη συζήτηση λέγοντάς μου «καταλαβαίνω τίνος φυράματος είσαι»! εννοώντας βέβαια το ποιόν, τον χαρακτήρα μου ως προς τις απόψεις μου. Ότι είμαι δηλαδή από…την ίδια πάστα, από την ίδια ποιότητα…
** μτφ. ηθική κατάπτωση πρβλ. βρωμιάρα, βρωμισμένη, βρωμιάρης, βρώμος.
- Προσθήκη νέου σχολίου
- 2111 εμφανίσεις